- μαντινάδα
- η1) серенада; 2) частушка (на Крите)
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
μαντινάδα — Είδος παραδοσιακού τραγουδιού της Κρήτης. Είναι αντίστοιχο με τα λιανοτράγουδα, τις ρίμες, τις πατινάδες, τις παρόλες, τα στιχάκια, τα δίστιχα κ.ά., τα οποία απαντώνται σε άλλες περιοχές της Ελλάδας (κυρίως στα νησιά) και στην Κύπρο (τσακιστά).… … Dictionary of Greek
Mantinada — A mantinada, (plural mantinades, Greek: μαντινάδα, μαντινάδες) are Cretan rhyming couplets, typically improvised during dance music. Rhymed Cretan poetry of the Renaissance, especially verse epic Erotokritos, are reminiscent of the mantinada, and … Wikipedia
γροθοπατινάδα — η ειρων. συνεχές γροθοκοπάνημα. [ΕΤΥΜΟΛ. < γρόθος + πατινάδα κατά τα μαντινάδα, καντάδα] … Dictionary of Greek
δίστιχος — η, ο (AM δίστιχος, ον) [στίχος] 1. κείμενο που αποτελείται από δύο στίχους ή δύο γραμμές 2. το ουδ. ως ουσ. το δίστιχο (AM δίστιχον) φρ. «ελεγειακό δίστιχο» επίγραμμα ή ενότητα από δύο στίχους κυρίως στην ελεγειακή ποίηση, από τους οποίους ο… … Dictionary of Greek
ματινάδα — η βλ. μαντινάδα … Dictionary of Greek
πατινάδα — και ματινάδα και μαντινάδα, η 1. ερωτικό άσμα που τραγουδιέται με συνοδεία κιθάρας ή άλλων οργάνων κατά τη νύχτα στους δρόμους 2. (ειδικά στην Κρήτη) ερωτικό δίστιχο 3. συνεκδ. η ενασχόληση με το τραγούδημα ερωτικών ασμάτων κατά τη νύχτα στους… … Dictionary of Greek
δίστιχος — η, ο 1. αυτός που αποτελείται από δύο γραμμές, δύο στίχους: Δίστιχο ποίημα. 2. το ουδ. ως ουσ., δίστιχο δημοτικό τραγούδι που αποτελείται από δύο στίχους, μαντινάδα, λιανοτράγουδο … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
πατινάδα — η τραγούδι ερωτικό, μαντινάδα, καντάδα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)